Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Η χειρότερη ερώτηση


   Λένε πως η χειρότερη ερώτηση που μπορείς να κάνεις σε μια γυναίκα είναι η εξής: «Πόσων χρόνων είστε;». Αν είναι μικρής ηλικίας, αισθάνεται άσχημα, ίσως τη θεωρήσουν ανώριμη ή ΄΄το μικρό΄΄ της παρέας, ίσως άπειρη και ακατάλληλη (αν πρόκειται για δουλειά).
   Αν είναι μεγάλης ηλικίας, πάλι αισθάνεται άσχημα. Όταν πρόκειται για εργασία, φοβάται πως θα τη βρουν αρκετά μεγάλη άρα χωρίς αντοχές. Υπάρχουν άλλωστε αρκετά παραδείγματα εταιρειών κι επιχειρήσεων που ζητούν μόνο νέους, καθώς επίσης και διάφορα επιδοτούμενα προγράμματα μόνο για νέους. Αν η ερώτηση γίνεται μέσα σε παρέα, αρχίζει το καρδιοχτύπι: ΄΄Ας μην είμαι η μεγαλύτερη!΄΄. Αν τώρα, μέσα σε αυτήν την παρέα, υπάρχουν και αντίζηλες ή κάποιος άνδρας που της αρέσει, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο.
   Πρόσφατα διάβασα ένα άρθρο και για μιαν άλλη ερώτηση που τρέμουν οι γυναίκες, κι αυτή η ερώτηση αφορά στα κιλά της. Νιώθουν άσχημα, γιατί οι πολύ αδύνατες δεν είναι σίγουρες για το αν διαθέτουν τις καμπύλες που πρέπει, ενώ οι πιο γεμάτες δεν είναι σίγουρες για το αν οι καμπύλες που διαθέτουν είναι αυτές που πρέπει!
   Αυτές οι ερωτήσεις δεν με απασχόλησαν ποτέ ιδιαίτερα. Πάντα έλεγα την ηλικία μου χωρίς φόβο και πάθος. Και πάντα – εκτός από την εφηβεία μου (λογικό δεν είναι;) – αδιαφορούσα για τα κιλά μου. Άλλος είναι ο δικός μου ο φόβος, άλλη η δική μου χειρότερη ερώτηση.
   Είναι η στιγμή – η αμήχανη στιγμή – που βρίσκομαι μπροστά σε ένα γραφείο, κοιτάζω στα μάτια τον/την υπάλληλο, κι ενώ μιλάμε για το ζήτημα για το οποίο έχω βρεθεί εκεί, με ρωτά τι επάγγελμα να γράψει στην αίτηση/δήλωση/απόδειξη. Εκείνη την ώρα με σκοτώνει!
   Χαμηλώνω τα μάτια – μιαν αλλόκοτη αντανακλαστική αντίδραση – και δεν μπορώ να βγάλω άχνα. Τι να πω; Τι στο καλό να πω; Να αρχίσω να εξιστορώ τις δουλειές που έχω κάνει στη ζωή μου; Μήπως να αναφέρω μόνο τις τελευταίες που δεν ήταν και τόσο περιστασιακές; Να μιλήσω για το επάγγελμα που αγαπώ αλλά δεν μου εξασφαλίζει τα προς το ζην, ή να αναφέρω το επάγγελμα το οποίο έχω σπουδάσει (κι επίσης αγαπώ), αλλά χάρις στην αξιοκρατική πατρίδα μου δεν μου δίνεται η ευκαιρία να το ασκήσω;
   Μουδιασμένα παραμιλώ κάποια στιγμή. Μου έχει συμβεί εκατοντάδες φορές, παρόλα αυτά εξακολουθώ μουδιασμένα να παραμιλώ. Πάντα με τα μάτια χαμηλωμένα. Λες και ντρέπομαι. Λες και φοβάμαι.
   Ο υπάλληλος προσπαθεί να με βγάλει από τη δύσκολη θέση. «Να γράψω οικιακά;», με ρωτάει. Και το σκέφτομαι. Όχι, δεν είναι ντροπή τα οικιακά, θα μπορούσα. Αλλά αυτή η λέξη υποδηλώνει πως το έχω πάρει απόφαση πια, ότι δεν γίνεται τίποτα, με παραπέμπει σε ήττα και παραίτηση από τα όνειρά μου. Τα ίδια όνειρα που προσπαθούν να διασώσουν καθημερινά εκατομμύρια συνάνθρωποί μου στην Ελλάδα, που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με μένα.
   Σφίγγω τη γροθιά μου, μισοκλείνω τα μάτια και αποφασιστικά, σαν να κατηγορώ, μουγκρίζω: «Άνεργη!».
   Από τα όνειρά μου δεν παραιτούμαι!

 (Δημοσιευμένο στην εφημερίδα Σαμιακόν Βήμα http://samiakonvima.blogspot.gr/ στις 10 Φεβρουαρίου 2014)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου